Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

ΑΝΟΡΕΞΙΑ ΓΙΑ ΔΥΟ

photo gianpal333
Αυτό που σε σαγηνεύει και δεν τρως, είναι στον καθρέφτη της φαντασίωσης και παίζει με το σωματικό σου σχήμα. Αυτό που σε δένει φιόγκο, και σε σέρνει σαν μονόπλευρη, μονοδιάστατη επιφάνεια στα πατώματα, είναι το ίδιο που σε πετάει στον καθρέφτη της παραγωγής και σου φτιάχνει λιπόσαρκα αντίγραφα, των αντιγράφων, του εαυτού σου (που είναι κι αυτός ένα αντίγραφο). Αντί για μια ομφάλια τομή με το ιδεώδες διαφημιστικό Εγώ που σε αιχμαλωτίζει στην εικόνα που «θα ήθελες να είχες» παίρνεις έναν σκελετό στο Πραγματικό και τον κρύβεις σε μια αδυναμία για κίνηση. Η εικόνα σου (χωρίς να είναι εικόνα κίνησης), αναπαράγει τα αντίγραφά της και ζει τον μύθο της αναπαράστασής της στην οθόνη σου ενώ το βλέμμα σου απουσιάζει και δεν κουνιέσαι ρούπι από την θέση σου. Μόνο εκτελείς εντολές Υπερεγωτικών Θεών.
«Μάσα!»
«Άνοιξε το ξερό σου!»
Δεν μασάς αλλά ούτε και τολμάς να αρθρώσεις αυτό που σου έχει σταθεί στο λαιμό και σε πνίγει. Αν βγάλεις έξω την γλώσσα σου ή θα παπαγαλίσεις ή κάποιος θα σου την φάει. Έτσι νομίζεις και «κάνεις σαν να τρως», «κάνεις σαν να μιλάς», ενώ μιλιέσαι από τον Άλλον, τρώγεσαι από μέσα σου, τρως τις σάρκες του λόγου που δεν εκφέρεις και χορταίνεις με την αφαγία. Δεν το λες, δεν το δείχνεις, αλλά όλη σου η εικόνα που γίνεται ένα σκέτο ομοίωμα, αποπνέει ένα…
«Φάε με!» (για να υπάρχω).
«Δες με!» (για να υπάρχω).
«Πάρε με!» (για να υπάρχω).
«Αγάπα με!» (για να υπάρχω).
Κρύβεσαι σε εικόνες μέσα σε εικόνες άλλων, κλειδωμένες με κωδικούς και ούτε καν ψάχνεις για το λογισμικό που τις ξεκλειδώνει. Ακόμα κι έτσι έχεις μια αξία χρήσης ενώ φαντάζεις εντελώς «ά-χρηστος» ως προϊόν προς κατανάλωση.
«Εγώ που δεν μιλώ και δεν λαλώ, εγώ θα πάρω τον γαμπρό!»
Το σώμα σου δεν είναι μια κατασκευή, ούτε ένα προϊόν δια-χείρισης που «το έχεις» και το κάνεις ό,τι σου γουστάρει, αλλά ένα «είμαι» που αγωνιά να υπάρξει σε ένα αγαπητικό και επιθυμητικό γίγνεσθαι. Αλλιώς εξαφανίζεται χωρίς να κάνει πολύ θόρυβο. Σκάει σαν φούσκα ή τρίζει τις αρθρώσεις του και προκαλεί αηδία και τρόμο στους περαστικούς του έρωτα.
Όμως η χρόνια κατάποση πόνου από τα κηρύγματα που έχεις υποστεί κατά καιρούς, για να είσαι «όπως πρέπει!», νιώθεις να σου αφαιρούν πια και το στομάχι. Δεν έχεις πια στομάχι. Μια αδηφάγα τρύπα έχει μετατοπιστεί και προς τα εκεί. Με τούτα και με τ’άλλα σαν να πείνασες λιγουλάκι...
«Μάγισσα, μάγισσα τι μαγειρεύεις;»
«Παιδάκια…»
«Ά! Παϊδάκια. Τι ωραία. Πάνω στην ώρα. Μ’έπιασε μια λιγουρίτσα!....»